ΠΕΡΙ ΝΟΙΚΟΚΥΡΑΙΩΝ
«Καλώ τους Έλληνες νοικοκυραίους να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ για να διασφαλίσουν το μικροαστικό τους όνειρο».
Με αυτά ακριβώς τα λόγια προειδοποιούσε κυνικότατα ο Θ. Πάγκαλος τους υπηκόους του για τους κινδύνους που υπήρχαν αν έχανε το ΠΑΣΟΚ την εξουσία. Πριν μερικά χρόνια μια τέτοια δήλωση δεν θα τολμούσε να την κάνει ούτε ο πλέον συντηρητικός Έλληνας πολιτικός. Το γεγονός ότι σήμερα ο Πάγκαλος δηλώνει κάτι τέτοιο και κανείς δε θίγεται -ούτε καν σε αισθητικό επίπεδο- σημαίνει πάρα πολλά.
Το παράδοξο δεν είναι ότι ένας πρώην σταλινικός αποφασίζει να γίνει ο αυτόκλητος Ζορρό των Ελλήνων νοικοκυραίων. Η κατάντια τόσων και τόσων πρώην αριστερών και ακροαριστερών είναι τέτοια που αυτό είναι πταίσμα. Το παράδοξο είναι ότι αυτοί οι νοικοκυραίοι και η υπεράσπιση του μικροαστικού τους ονείρου είναι επί της ουσίας -είτε αυτό δηλώνεται ρητά είτε όχι- το μήλον της έριδας εν όψει της εκλογικής διαμάχης και όχι μόνο. Είναι το πολυπόθητο αγαθό που σύμπασα η ελληνική κοινωνία πασχίζει να διασφαλίσει. Πρόκειται για μια μετάλλαξη που είχε αρχίσει εδώ και δεκαετίες και σήμερα όχι μόνο έχει ολοκληρωθεί αλλά γίνεται προσπάθεια και για να αποενοχοποιηθεί πλήρως. Και αυτό είναι κάτι που μπορεί εύκολα να το διαπιστώσει ο καθένας σε πολλά επίπεδα.
Ο πάλαι ποτέ κατάπτυστος μπασκίνας είναι πλέον ένας καθώς πρέπει δημόσιος υπάλληλος και αυτοί που πριν λίγα χρόνια τον έβριζαν σήμερα τον θέλουν δίπλα τους. Οι καραβανάδες, άλλοτε περίγελος της κοινωνίας, σήμερα απολαμβάνουν την εκτίμηση του κόσμου που ξεχειλίζει από περηφάνια αν δει τα παιδιά του έστω και…επαγγελματίες οπλίτες. Το αίτημα για ασφάλεια είναι το υπ’ αριθμόν ένα αίτημα της ελληνικής κοινωνίας και ολόκληρου του δυτικού κόσμου. Το παμπάλαιο δίλημμα: ελευθερία ή ασφάλεια, οι νεοέλληνες δεν το αντιμετωπίζουν πλέον ούτε ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας όσον αφορά το πρώτο του σκέλος. Η επερχόμενη Ολυμπιάδα δίνει την καλύτερη αφορμή για την πραγματοποίηση αυτού του αιτήματος. Η εκσυγχρονισμένη αστυνομία με ολοσέλιδες καταχωρήσεις στις εφημερίδες μας προειδοποιεί: «η ασφάλεια των Ολυμπιακών αγώνων δεν είναι παιχνίδι. Η αστυνομία θα φροντίσει γι’ αυτήν όχι μόνο κατά τη διάρκεια των αγώνων αλλά και μετά». Οι Έλληνες μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεών τους. Η κοινωνία της μηδενικής ανοχής ήρθε και θα μείνει, γιατί μην ξεχνάμε ότι κάποιος πρέπει να προστατέψει τους νοικοκυραίους του Πάγκαλου όχι μόνο από την εγκληματικότητα αλλά και από την τρομοκρατία. Ο παλιός κομμουνιστής, που κυνηγούσε με τα κονσερβοκούτια τους εθνικόφρονες, πέθανε και τη θέση του πήρε ο τρομοκράτης, που κυνηγά τους πρωτοκοσμικούς υπηκόους, χωρίς κονσερβοκούτια αυτή τη φορά, αλλά με υπερσύγχρονα όπλα. Βέβαια, κανείς δεν μας είπε αν οι τρομοκράτες φταίνε και για τους δεκάδες νεκρούς και τραυματίες των ολυμπιακών έργων. Αστεία πράγματα. Οι νεκροί αυτοί είναι ο κόκορας που σφάζεται στα θεμέλια της σύγχρονης Μεγάλης Ιδέας για να στεριώσει. Το ολυμπιακό πανηγυράκι της αρπαχτής και της γκλαμουριάς είναι στημένο με αίμα. Και κάποιος πρέπει να θυμίσει, διάολε, στους Έλληνες πως σε ποσοστό 98% το ήθελαν αυτό το πανηγυράκι και επομένως και τα δικά τους χέρια είναι λερωμένα. Δεν μπορούν να σφυρίζουν αδιάφορα.
Τα δυσάρεστα όμως, δυστυχώς γι’ αυτούς, δεν σταματούν εδώ.
Με άλλη αφορμή, πάλι ο Θ. Πάγκαλος είχε δηλώσει πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει ισχυρό ακροδεξιό κόμμα, όπως συμβαίνει σε πολλές δυτικοευρωπαϊκές χώρες, επειδή οι Έλληνες φασίστες βρίσκονται μέσα στη Νέα Δημοκρατία. Ευσεβείς πόθοι. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ισχυρό ακροδεξιό κόμμα γιατί οι Έλληνες φασίστες βρίσκονται σε όλο το πολιτικό φάσμα. Μην προσπαθήσετε να τους εντοπίσετε από τα ξυρισμένα κεφάλια και το μιλιτάντ ντύσιμο. Ο φασισμός δεν ξεκινάει από τις ακροδεξιές σέχτες. Τελειώνει εκεί. Ο φασισμός ξεκινάει από τους νοικοκυραίους του Πάγκαλου. Κοστούμια, γραβάτες, ταγιέρ και απλά τζιν αρκούν για να τον ντύσουν. Δεν χρειάζονται αισθητικοί εξτρεμισμοί. Ο φασισμός ξεκινάει από τις καθημερινές μικροσυμπεριφορές. Από τη μήτρα του μικροαστισμού που γεννά τέρατα, όπως το αίτημα για περισσότερη ασφάλεια, η ανακούφιση μπροστά στη θέα του αστυνομικού της γειτονιάς, το κλειδαμπάρωμα πίσω από πόρτες και σιδεριές, το «μην μας ενοχλείτε, μην χτυπάτε τα θυροτηλέφωνα», το «ο δράστης μιλούσε σπαστά ελληνικά», τον εθνικό τσαμπουκά, εκ του ασφαλούς, βέβαια, απέναντι στον κάθε κακομοίρη, τις βόλτες των βορειοελλαδιτών οικογενειαρχών στη βαλκανική γειτονιά για φτηνά ψώνια και φτηνές μπουρδελότσαρκες, μπας και ξεφύγουν από την μικροαστική τους πλήξη.
Οι μέχρι πρότινος καρπαζοεισπράκτορες κάτοικοι της πρώην Ψωροκώσταινας έγιναν ξαφνικά τ’ αφεντικά των Βαλκανίων. Το μικροαστικό τους όνειρο, καταπιεσμένο τόσα χρόνια, έχει πάρει τώρα σάρκα και οστά και δεν είναι διατεθειμένοι να το χάσουν με τίποτα. Λίγοι τριτοκοσμικοί στον πάτο του Αιγαίου, όπως συνέβη στο πρόσφατο ναυάγιο, δεν συγκινούν κανέναν. Οι υπήκοοι του πρώτου κόσμου δεν θέλουν να ξέρουν τίποτα για όλ’ αυτά. Χαζοχαρούμενα και αυτοκαταστροφικά θα συνεχίσουν να καταναλώνουν εμπορεύματα, φόβο, ψέματα και αυταπάτες. Σε αγαστή συνεργασία με τους πεφωτισμένους πολιτικούς ηγέτες τους θα φροντίσουν ώστε να διατηρήσουν το μικροαστικό τους όνειρο, επιβεβαιώνοντας καθημερινά τη φράση του Κλάες Άντερσεν: Να φοβάσαι όσους θέλουν να ζήσουν τη ζωή τους ήσυχα και ειρηνικά. Είναι αδίστακτοι.
Κώστας Δεσποινιάδης
(Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό Πανοπτικόν, τχ.6, Μάρτιος 2004
Περιέχεται στο βιβλίο Πόλεμος και ασφάλεια, εκδ. Πανοπτικόν, 2008)